Η τάξη του 2025

Την 1η αγωνιστική της σεζόν 2024-25 για το ισπανικό πρωτάθλημα η Μπαρτσελόνα αντιμετώπισε στο «Μεστάγια» τη Βαλένθια. Ήταν το πρώτο παιχνίδι του Χάνσι Φλικ στον πάγκο των Καταλανών στη La Liga και ο Γερμανός προπονητής επεφύλασσε μια… έκπληξη στους οπαδούς της ομάδας, αλλά όχι μόνο σε αυτούς. Χρησιμοποίησε 16 παίκτες, οι οκτώ από τους οποίους προέρχονταν από τη «Μασία» και οι τρεις ήταν κάτω των 17 ετών!
Οι «μπλαουγκράνα» νίκησαν με 2-1 στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος, το οποίο και τελικά κατέκτησαν με τον Φλικ να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτούς τους πιτσιρικάδες που τον δικαίωσαν και με το παραπάνω.
Εξάλλου, ήδη από την προετοιμασία της ομάδας, το περσινό καλοκαίρι, ο Γερμανός τεχνικός είχε δείξει τις προθέσεις του ξεκαθαρίζοντας ότι θα υπολόγιζε κάποιους ως βασικούς και άλλους ως χρήσιμες λύσεις από τον πάγκο, όταν τους χρειαζόταν. Και έτσι πορεύτηκε στη διάρκεια της σεζόν.
«Μασία, σε ευχαριστώ. Αυτό που βλέπω στις πρώτες προπονήσεις, είναι απίστευτο. Είναι μια περίοδος που ακόμα οι διεθνείς είναι σε διακοπές και έτσι έχω την ευκαιρία να δουλέψω με τους νεαρούς. Και πάντα όταν συμβαίνει αυτό αναρωτιέσαι αν θα υπάρχει ποιότητα, αλλά αλήθεια στην περίπτωση της Μπαρτσελόνα, τέτοιο ζήτημα δεν υπάρχει» έλεγε ο Φλικ στα μέσα του περασμένου Ιουλίου, στην πρώτη συνέντευξή του ως προπονητής της Μπαρτσελόνα.
Με αυτόν τον πάγκο, οι Καταλανοί κατέκτησαν το πρωτάθλημα, ενώ νωρίτερα είχαν πανηγυρίσει και το ισπανικό Σούπερ Καπ, αλλά και το Κύπελλο. Η ομάδα ήταν υποχρεωμένη να στηριχθεί στους νεαρούς παίκτες της, «προϊόντα» της ακαδημίας της, λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης του συλλόγου, αλλά ακόμα και αν αυτό συνέβη από ανάγκη, το αποτέλεσμα δικαίωσε τον Φλικ.
Άλλη μια απόδειξη ότι η Μπαρτσελόνα μπορεί να βγάλει μια νέα φουρνιά ταλαντούχων δικών της παιδιών, ώστε να δημιουργήσει μια ομάδα που θα μπορεί να κυριαρχεί για την επόμενη δεκαετία τουλάχιστον.
Ο Γερμανός κατάφερε να φέρει επανάσταση σε μια ομάδα που ίσως έμοιαζε να βρίσκεται σε τέλμα, να συνδέσει τους παίκτες, να τους μεταδώσει τις ιδέες του και να τους δείξει ότι αν προσθέσεις ποιότητα, σκληρότητα, αποφασιστικότητα και ένταση, είναι πολύ δύσκολο να χάσεις.
Το περασμένο καλοκαίρι, η αποχώρηση του Ιλκάι Γκουντογκάν καλύφθηκε από τους Ντάνι Όλμο ( o oποιος, βέβαια, αρχικά δεν είχε δικαίωμα συμμετοχής λόγω της αδυναμίας της Μπαρτσελόνα να τον εγγράψει στην Ομοσπονδία) και Πάου Βίκτορ. Κάτι παρόμοιο συνέβη στη Ρεάλ με τον Τόνι Κρόος και τους Κιλιάν Εμπαπέ και Έντρικ, μόνο που στους Μαδριλένους δεν δούλεψε. Ο Φλικ έδειξε εμπιστοσύνη στους παίκτες από την ακαδημία, ο Φλικ τους έβαζε στην φυσική θέση τους μέσα στο γήπεδο και απέφυγε τις παράλογες δοκιμές.
Έτσι, παίκτες όπως ο Ζεράρδ Μαρτίν, ο Έκτορ Φορτ, ο Μαρκ Κασαδό και ο Μαρκ Μπερνάλ, μεταξύ άλλων, εντάχθηκαν στην πρώτη ομάδα για να καλύψουν κενά όταν χρειαζόταν. Ο Λαμίν Γιαμάλ, ο Αλεχάντρο Μπάλντε και ο Πάου Κουμπάρσι είχαν ήδη καθιερωθεί στο αρχικό σχήμα. Ειδικά ο Γιαμάλ ξεχώρισε ακόμα περισσότερο φέτος δείχνοντας ότι είναι ικανός να κάνει απίστευτα πράγματα συνδυάζοντας ποιότητα και ταλέντο πριν ακόμα ενηλικιωθεί έχοντας κατακτήσει, ήδη δύο πρωταθλήματα, ένα κύπελλο και ένα Σούπερ Καπ με τους Καταλανούς και βέβαια το Euro με την εθνική ομάδα της Ισπανίας.
Ο Φλικ πίστεψε στους παίκτες του και αυτοί στον προπονητής τους, ακόμα κι αν αυτός φαινόταν να ρισκάρει περισσότερο από όσο χρειαζόταν στη διάρκεια κάποιου αγώνα. Ή ακόμα κι αν φαινόταν ότι η καριέρα τους στη Βαρκελώνη είχε τελειώσει, όπως δηλαδή συνέβη με την περίπτωση του Ραφίνια. Ο Βραζιλιάνος είχε παραγκωνιστεί από τον Τσάβι, ήταν με το ένα πόδι στην έξοδο και τελικά όχι μόνο έμεινε, αλλά έκανε ίσως την πιο καλή σεζόν της καριέρας του.
Ο Φλικ έπεισε όχι μόνο τον Ραφίνια, αλλά και άλλους παίκτες ότι γι’ αυτόν δεν ήταν τελειωμένοι. Μίλησε μαζί τους, τους έδειξε εμπιστοσύνη, τους έδωσε έναν ρόλο στην ομάδα.
Την ίδια ώρα οι πιτσιρικάδες αναδεικνύονταν σε ισότιμα μέλη της ομάδας: από τη θέση που είχαν στην ομάδα μέχρι το γεγονός ότι μπορούσαν αυτοί να επιλέξουν τη μουσική που ακουγόταν στα αποδυτήρια. Οι μικροί ένιωσαν σημαντικοί, τους δόθηκαν πολλαπλοί ρόλοι και ανταπέδωσαν στον προπονητή τους την ελευθερία.
Το ίδιο έκαναν και οι μεγαλύτεροι, έχοντας μπροστά τους έναν προπονητή που συζητούσε με όλους για τα πάντα. Ακόμη και το αν κάποιος θα έπρεπε να μείνει εκτός αγώνα για να ξεκουραστεί, ήταν μια απόφαση που την έπαιρναν από κοινού. Και, επίσης, έβλεπαν μπροστά τους έναν προπονητή δίκαιο, ο οποίος δεν επηρεάστηκε από τα παρεμβατικά και ιδιαιτέρως απαιτητικά καταλανικά media, ούτε όταν η Μπαρτσελόνα έχασε τέσσερα παιχνίδια και συγκέντρωσε μόλις 5 από τους 21 διαθέσιμους βαθμούς πριν από τη διακοπή των Χριστουγέννων.
Έκαναν όλοι με προθυμία ό,τι τους ζητούσε. Ακόμη κι αν ακούγεται «τρελό». Όταν είπε στον 33χρονο Ινίγκο Μαρτίνεθ, ο οποίος δεν φημίζεται για την ταχύτητά του, να παίξει στόπερ σε μια άμυνα που παρατάσσεται πολύ ψηλά στον αγωνιστικό χώρο, κοντά στη μεσαία γραμμή, ο Ισπανός φοβήθηκε ότι θα εκτεθεί. Δεν το είχε κάνει ποτέ στο παρελθόν. Κι όμως, ούτε που σκέφτηκε να του φέρει αντίρρηση, όπως ανέφερε το BBC Sport.
Μένει να φανεί αν ο Γερμανός μπορεί να πείσει τους παίκτες του να συνεχίσουν να κάνουν το ίδιο και την επόμενη σεζόν, κάτι που είναι πραγματικά πολύπλοκο και δύσκολο να γίνει. Για να δούμε αν αυτή η ομάδα της Μπάρτσα, με τους πολλούς νεαρούς παίκτες και με μερικούς (στο όριο της ποδοσφαιρικής… συνταξιοδότησης) βετεράνους θα μπορέσει να χτίσει στη φετινή επιτυχία μια ομάδα που θα κυριαρχήσει και τα επόμενα χρόνια.
Στην αρχή της σεζόν 1995-96 ο πρώην αμυντικός της Λίβερπουλ, Αλαν Χάνσεν, είχε δηλώσει ότι «με παιδιά δεν μπορείς να κερδίσεις τίποτα». Ήταν η χρονιά που η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του σερ Άλεξ Φέργκιουσον με τους Ντέιβιντ Μπέκαμ, τον Γκάρι και τον Φιλ Νέβιλ, τον Ράιαν Γκιγκς, ο Νίκι Μπατ και ο Πόλ Σκόουλς, είχαν κατακτήσει τον τίτλο στην Πρέμιερ Λιγκ και το κύπελλο Αγγλίας. Ήταν η περίφημη «τάξη του ‘92».
Τώρα ο Φλικ έχει τη δική του τάξη. Αυτή του 2025. Mε πολύ μέλλον μπροστά της και με τον ίδιο να έχει τον ρόλο του καθοδηγητή για να γράψει το δικό του κεφάλαιο στην ιστορία της Μπαρτσελόνα.