Μεταξύ μας τώρα κι ο Ρουί Βιτόρια, στο δεύτερο χρόνο του πάντα κατακτά ένα τρόπαιο...

Είναι πραγματικά υπέροχο να βλέπεις αυτόν τον απίθανο τύπο που ονομάζεται Άγγελος Ποστέκογλου -και είναι βαθιά περήφανος για την ελληνική υπηκοότητά του- να παίρνει απ’ το ποδόσφαιρο όλα όσα αξίζει. Κι από το βράδυ της Τετάρτης (21/5) έπειτα απ’ την κατάκτηση του Europa League με την Τότεναμ, που έσβησε την κατάρα τόσων ετών, να «εισπράττει» την αναγνώριση και το σεβασμό όλου του ποδοσφαιρικού κόσμου. Ακόμη κι εκείνων που μπορεί να μην τον είχαν περί πολλού το προηγούμενο διάστημα κι ας είχαν «μιλήσει» όλα τα προηγούμενα χρόνια οι τίτλοι του και οι επιτυχίες του, όπου κι αν πήγε, όπου κι αν δούλεψε.
Με τον φοβερό Ange να αφήνει εκτός των άλλων κι ως αιώνια ποδοσφαιρική «κληρονομιά», την περίφημη πλέον ατάκα πως «...πάντα στον δεύτερο χρόνο μου κατακτώ ένα τρόπαιο». Να λοιπόν που επιβεβαιώθηκε ξανά και πίστεψαν και οι τελευταίοι... άπιστοι.
Δεν το γύρισα στα διεθνή - όσο κι αν πάντα με γοήτευε το ρεπορτάζ τους σε όλα τα Μέσα που εργάστηκα. Απλώς, με αφορμή τη ρήση του Ποστέκογλου για τον «δεύτερο χρόνο», μου γεννήθηκε ένας παραλληλισμός που έχει αρκετές ομοιότητες με τα… δικά μας στον Παναθηναϊκό. Όχι βεβαιως για να συγκρίνουμε πρόσωπα, ικανότητες, προπονητική κλάση ή βιογραφικά, αλλά για να φωτιστούν κάποιες κοινές καταστάσεις και συνθήκες...
Διότι... μεταξύ μας τώρα, εκτός απ’ τον Ange, κι ο Ρουί Βιτόρια, όπου κι αν εργάστηκε τις δύο τελευταίες δεκαετίες, στο δεύτερο χρόνο του πάντα κατακτούσε ένα τρόπαιο. Ορισμένες φορές κι απ’ το πρώτο έτος, όμως πάντα στο δεύτερο!
Αφού έκανε το «αγροτικό» του στην ερασιτεχνική Βιλαφρανκουένσε, στην U19 της Μπενφίκα, στη Φατίμα κι έκατσε κι έναν χρόνο στην Πάσος Φερέιρα, μόλις σταθεροποιήθηκε στην Γκιμαράες (2011/12), άρχισε να... καταγράφει.
Τη σεζόν 2012/13, έκανε τη μεγάλη έκπληξη και κατέκτησε το Κύπελλο Πορτογαλίας του 2013 με τη Βιτόρια Γκιμαράες, νικώντας στον τελικό την αγαπημένη του Μπενφίκα με 2-1. Όταν πήγε στους «αετούς» της Λισσαβόνας (2015), τον πρώτο χρόνο κατέκτησε το πρωτάθλημα και το League Cup (2015/16) και τον δεύτερο έκανε νταμπλ (πρωτάθλημα και Κύπελλο τη σεζόν 2016/17).
Όταν πήγε στην Αλ-Νασρ την αγωνιστική περίοδο 2018/19 πήρε το πρωτάθλημα, ενώ τον δεύτερο χρόνο του (πριν αποχωρήσει) πήρε και το Super Cup.
Ακόμη και στη Ρωσία, που δεν έκλεισε ημερολογιακά ένα έτος φεύγοντας απ’ την Σπαρτάκ Μόσχας τον Δεκέμβριο του 2021, η ομάδα που είχε «χτίσει» ο ίδιος κατέκτησε το Κύπελλο Ρωσίας του 2022.
Τι σημαίνει πραγματικά η «δεύτερη σεζόν»
Όλα τα παραπάνω σαφώς και δεν καταγράφηκαν για να σας... πείσουν πως την επόμενη αγωνιστική περίοδο ο Παναθηναϊκός θα βγει εκεί έξω και θα... σαρώσει τα πάντα. Σε καμία περίπτωση! Ποτέ δεν θα καταγράφονται... φύκια για μεταξωτές κορδέλες σε τούτη εδώ τη γωνιά. Ο σκοπός του συγκεκριμένου «παραλληλισμού», αφορά την προσέγγιση μίας αντίστοιχης κατάστασης και της πάντα απαραίτητης εμπιστοσύνης που πρέπει να υπάρχει σε μια τέτοια διαδικασία.

Ο περίφημος «...δεύτερος χρόνος» στον οποίο αναφέρεται ο Ποστέκογλου έχει να κάνει με το διάστημα που χρειάζεται ένας προπονητής στο υψηλό επίπεδο, προκειμένου να μπορέσει να «περάσει» πλήρως τη δική του σκέψη, τη νοοτροπία και τη φιλοσοφία. Και στο τέλος να κριθεί με πολύ πιο σωστά κριτήρια για την επάρκειά του.
Κι αυτό είναι που «λέει» επί της ουσίας κι ο προπονητής της Τότεναμ με την περίφημη «ρήση» του. Πως «...πάντα κερδίζω τρόπαια στη δεύτερη χρονιά μου, διότι είχα το χρόνο για να δημιουργήσω τις συνθήκες που ήθελα εγώ, προκειμένου να μπορέσω να το διεκδικήσω».
Για να είναι δίκαιη η κρίση της «επάρκειάς»
Ο Βιτόρια μπορεί να μην... γεμίζει το μάτι σε αρκετούς φίλους του Παναθηναϊκού και να μην έχουν «πειστεί» ως τώρα πως μπορεί να τον οδηγήσει προς την πολυπόθητη επιστροφή στο πρωτάθλημα που βασανίζει κάθε φίλο του «τριφυλλιού».
Θα πρέπει, ωστόσο, για να είναι δίκαιη η κρίση της «επάρκειάς» του, να ληφθεί υπόψιν κι όλο το «πακέτο» των παραμέτρων που υπήρχαν κι έπρεπε να διαχειριστεί απ’ την ημέρα που ανέλαβε τα ηνία του Παναθηναϊκού. Εν γνώσει του βεβαίως πως ερχόταν σε μία κατάσταση τέρμα προβληματική, την οποία θα έπρεπε να (ξανα)βάλει σε μία σειρά. Μία σειρά που έπαψε να υπάρχει απ’ το πρωί της 26ης Δεκεμβρίου 2023 και το «διαζύγιο» με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς. Με ένα ρόστερ που δεν δημιούργησε ο ίδιος και δεν είχε καμία «συμμετοχή» ο ίδιος στο «χτίσιμό» του.
Πολύ μακριά απ’ τον... πραγματικό Βιτόρια
Μιλώντας με δύο Πορτογάλους συναδέλφους κατά τη διάρκεια της εφετινής χρονιάς, που είχαν παρακολουθήσει παιχνίδια του Παναθηναϊκού, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στο πρωτάθλημα, αυτό που μου επισήμαναν και οι δύο είναι πως η αγωνιστική προσέγγιση του «τριφυλλιού» δεν είχε καμία απολύτως σχέση με την κεντρική ιδέα και την αγωνιστική φιλοσοφία του Ρουί Βιτόρια στην τετραετία του στην Μπενφίκα, που ας πούμε πως ήταν η πλέον παραγωγική και γόνιμη περίοδός του ως τώρα σαν προπονητής.
Στους «αετούς» της Λισσαβόνας ο 55χρονος τεχνικός είχε δημιουργήσει μία ομάδα η οποία πίεζε ψηλά, συντονισμένα κι ασφυκτικά τον αντίπαλο, είχε τον πλήρη έλεγχο των αγώνων κι επέβαλλε ένα πολύ υψηλό τέμπο στις εκκινήσεις των ημιχρόνων της, θέλοντας να βγάζει μία εικόνα ανωτερότητας απέναντι στον αντίπαλό της.

Τακτική «προσαρμογή» στο υλικό και συνέπειες
Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν και οι ίδιοι -και μου φάνηκε αρκούντως πειστικό- είναι πως από ένα σημείο και μετά ο Βιτόρια θέλοντας να κυνηγήσει πρώτα απ’ όλα το αποτέλεσμα -κι έχοντας ελάχιστο χρόνο ανάμεσα στα παιχνίδια για να «δουλέψει» περισσότερο την ομάδα του, αναγκάστηκε να «προσαρμοστεί» πάνω στο υλικό που είχε στα χέρια του και να πάει σε ένα όσο το δυνατόν πιο safe αγωνιστικό μοντέλο.
Με αποτέλεσμα σε πάρα πολλά παιχνίδια να εμφανίζεται στο γήπεδο μία ομάδα υπέρ του δέοντος «συντηρητική» (κι ενίοτε «φοβική»), με χτυπητές αδυναμίες ειδικά στα εκτός έδρας ματς, ακόμη κι απέναντι σε «μικρότερους» (θεωρητικά) αντιπάλους. Οι οποίες γίνονταν ακόμη μεγαλύτερες λόγω του τεράστιου προβλήματος της αναποτελεσματικότητας και της απουσίας του «εύκολου» γκολ.
Αυτό το αγωνιστικό «μοντέλο» ήταν απολύτως «ξένο» προς τη φιλοσοφία του Βιτόρια, αλλά από ένα σημείο και μετά έγινε αναγκαίο «κακό». Με μικρές... φωτεινές εξαιρέσεις το δεύτερο ημίχρονο του αγώνα με τον ΟΦΗ στο ΟΑΚΑ, το πρώτο παιχνίδι με τη Φιορεντίνα στην Καλογρέζα και την εμφάνιση με τον ΠΑΟΚ στο ΟΑΚΑ στα playoffs. Εκεί ο Παναθηναϊκός ήταν πολύ πιο κοντά σ’ αυτό που έχει ο ίδιος στο μυαλό του για τη «δική του» ομάδα, για το πώς θέλει να παίζει και τι πρέπει να αντιπροσωπεύει μέσα στο γήπεδο, βγάζοντας προσωπικότητα και τις δικές του ιδέες.
Περιμένω με μεγάλο ενδιαφέρον την προετοιμασία
Για να κριθεί λοιπόν ο Βιτόρια πολύ πιο δίκαια και με μέσα από ένα πολύ πιο κατάλληλο ποδοσφαιρικό περιβάλλον (όσο κι αν η πίεση που κουβαλάει ο Παναθηναϊκός ακόμη και στην... προπόνηση είναι τεράστια), είναι απαραίτητο να πάρει αυτό το χρόνο που χρειάζεται για να μπορέσει να φέρει την ομάδα στα δικά του «μέτρα» μέσα απ’ την καθημερινότητα της δουλειάς του.
Έχοντας έξι «γεμάτες» εβδομάδες μέχρι τα πρώτα παιχνίδια του β’ προκριματικού του Champions League για να δουλέψει day by day με την ομάδα. Μία «πολυτέλεια» που δεν την είχε σε κανένα σημείο σ’ αυτούς τους πρώτους οκτώ μήνες του στον Παναθηναϊκό και το είχε επισημάνει κι ο ίδιος σε 2-3 συνεντεύξεις του είτε στην Cosmote TV, είτε μετά από αγώνες.
Προσωπικά λοιπόν, περιμένω με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και ανυπομονησία την εφετινή καλοκαιρινή προετοιμασία, προκειμένου να έχω πολύ πιο ασφαλή εικόνα από κοντά και να δω τις αλλαγές που θα θελήσει να περάσει και να βάλει μέσα στην ομάδα ο 55χρονος τεχνικός.
Αρκεί βεβαίως να έχει στα χέρια του και τα κατάλληλα «εργαλεία» για να φτιάξει τον Παναθηναϊκό που έχει στο μυαλό του, προσθέτοντας ένταση, ταχύτητα, πίεση ψηλά, επιθετικότητα σε μαρκάρισμα και σε εκτέλεση. Όλα τα στοιχεία δηλαδή που έβγαζαν στο γήπεδο οι προηγούμενες ομάδες του... Για να δούμε λοιπόν τι θα «πει» αυτή τη φορά το γήπεδο...