H πειθαρχία δεν είναι ταλέντο, είναι τρόπος ζωής!

Ο Θανάσης Ασπρούλιας γράφει για τον Μόντε Μορις, τον παίκτη που θα είναι πάντα η καλύτερη δεύτερη επιλογή για μία clutch στιγμή, και δεν θα τον ενοχλεί κιόλας…
Ο Μόντερ Μόρις/Photo by Alex Goodlett/Getty Images
Ο Μόντερ Μόρις/Photo by Alex Goodlett/Getty Images

Είχε μόλις τελειώσει την ομιλία του στο κλειστό του Δαϊς… Ο ήχος από τα χειροκροτήματα, ήταν διαπεραατικός. Ένας από τους πιο φημισμένους επιστήμονες της σύγχρονης γενιάς, που ακολούθησε το δρόμο το πνευματιστή/ομιλητή, γνώριζε την αποθεωτική αποδοχή του κόσμου που εμπνέει και τροφοδοτεί με θετικό πνεύμα.

Κάπου εκεί, στις εξέδρες, άμαθος σε τέτοια event, βρέθηκα κι εγώ. Μετά από δύο ημέρες διαλέξεων και φώτισης, είχα αποφασίσει να μην αποχωρήσω, όσες χιλιάδες βιβλία κι αν υπέγραφε, όσες selfies κι αν δεχόταν να μοιραστεί με τους πιστούς του. Οχι, αν δεν έβρισκα την ευκαιρία να ρωτήσω κάτι που με απασχολεί εδώ και χρόνια… "Τι διάολο είναι το ταλέντο;”

Τα λεπτά, μετά το τέλος του performance του, περνούσαν και μαζί εκτοντάδες ανθρώπων, που ακόμα και δάκρυα αφιέρωναν επειδή είχαν την ευκαιρία να ανταλλάξουν λίγες κουβέντες μαζί του…

Μέχρι που στο φευγιό του, σχεδόν μιάμιση ώρα μετά, η κουστωδία των αγαπημένων φίλων και συνεργατών που τον περιτριγύριζαν, πέρασε από μπροστά μου…

“Μόνο μία ερώτηση με όλο το θάρρος θα ήθελα σας παρακαλώ πολύ…”

Κοντοστάθηκε… Στητός, αλλά φευγάτος.

“Μπορείτε να μου δώστε τον ορισμό του ταλέντου, σας παρακαλώ” τον ρώτησα…

Χαμογέλασε…

“Τα ταλέντο είναι μία δεξιότητα που αναπτύσσεται από ένα παιδί σε πολύ μικρή ηλικία, βλέποντας τους γονείς του να κάνουν καλά κάτι που του μοιάζει ενδιαφέρων”…

Κι έφυγε..

“Μα δε μπορεί να είναι αυτό ο ορισμός του ταλέντου" σκέφτηκα… Μέχρι που παρά πολύ καιρό μετά, κατέληξα στην ερμηνεία του Μπρους Λίπτον. Ταλέντο είναι κάτι εγγενές το οποίο βρίσκει χώρο και ορμή να ξεπηδήσει από έναν άνθρωπο, όταν του δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία.

Ο Μόντε Μόρις, έχει κάμποσα από δαύτα. Ένα από αυτά, δεν είναι όμως, το χαρακτηριστικό που αποτελεί το ονοματεπώνυμό του στην επαγγελματική καρτέλα του… Η πειθαρχία! Με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Στο λεξικό των μπασκετικών όρων, ως συνώνυμα δίπλα στην πειθαρχία θα έμπαιναν λέξεις όπως “Σοβαρότητα”, “σεβασμός”, “παίκτης του προπονητή” κ.ο.κ.

Όλα αυτά, δεν είναι ταλέντα. Είναι αρετές που καλλιεργήθηκαν από τον τρόπο με τον οποίο κάθε παιδί ανατρέφεται… Στο μονογονεϊκή οικογένεια του Μόντε Μορίς, όπου η Λατόνια ήταν μία πολυθεσίτισσα μητέρα με πολλαπλούς πρότυπους ρόλους (γονέας, προπονήτρια, φίλος), η ασοβαρότητα δεν ήταν επιλογή.

Ετσι, όταν ήρθε η στιγμή, ο Μόντε να πιάσει τη μπάλα στα χέρια και να κυνηγήσει το όνειρο του, δε θα μπορούσε να είναι τίποτα λιγότερο από αυτό που έμαθε μεγαλώνοντας δίπλα στην Λατόνια, την προσωπική ηρωίδα του. Η σοβαρότητα και η πειθαρχία του δεν ήταν τα ταλέντα που έφερνε στο στο basketball. Ήταν το mindset, η κοσμοθεωρία του, πάνω στην οποία προσάρμοσε όλα τα ταλέντα του.

Δεν υπάρχουν πολλοί παίκτες που τους αρέσει να είναι οι σούπερ σταρ των …χαρακωμάτων! Αυτών, δηλαδή που περιμένουν υπομονετικά μέχρι να φτάσει η δική τους στιγμή να ξεμυτίσουν.

Ακόμα και στο Αϊόβα Στέιτ που το επέλεξε επειδή πίστεψε ότι θα γράψει ιστορία ως σταρ απορρίπτοντας ακόμα και το golden boy εκείνη της εποχής, τον Μπραντ Στίβενς και το Μπάτλερ, το κατάφερε με το δικό του τρόπο.

Η κουλτούρα που επέβαλλε, δεν ήταν αυτή του ασταμάτητου σκόρερ, του εκκωφαντικά αθλητικού τύπου που καρφώνει 360 και in your face. Πολυτελείς μπασκετικές περικοκλάδες και φάσεις που ακόμα κι αν η μπάλα καταλήξει στην εξέδρα αντί σε συμπαίκτη ή στο καλάθι, ο κόσμος θα αναστενάξει με ένα Wow, δεν υπήρχαν στο μενού του.

Ο Μορις έμαθε από μικρός τη σημασία της ασφάλειας και της σιγουριάς… Αυτής που έχουν ανάγκη όλοι οι προπονητές ακόμα κι από παίκτες με μικρότερη ποσόστωση ταλέντου στο συνολικό προφίλ τους.

Σε ολόκληρη την καριέρα του, δεν έγραψε καμία σεζόν στην οποία είχε περισσότερα από 1.6 λάθη μέσο όρο, ακόμα και στο κολέγιο, ακόμα και τη τη χρονιά που αναδείχθηκε Mr Basketball στην Πολιτεία του Μίτσιγκαν (έναν τίτλο που ανάμεσα στους προκατόχους του δεσπόζουν φιγούρες όπως ο Μάτζικ Τζόνσον και ο Κρις Ουέμπερ).

Ο pass first χαρακτήρας του και η ηγετικότητά του σε επίπεδο συνόλου και όχι προσώπου ειναι και μια από τις αιτίες που δεν έγινε ποτέ δολοφονικός σουτέρ… Αυτή η ιστορία έχει ενδιαφέρον…

Long story, short…

Όταν ο Ντέιβιντ Χομπς ειδικός σύμβουλος του κόουτς Προμ, στο Αϊόβα Στέιτ, συνάντησε τον Μόντε Μορις στην προπόνηση των Cyclones, κι αφού είχε τεράστια εκτίμηση στην ικανότητα του ως πόιντ γκαρντ από πριν (όταν τον είχε συναντήσει το προηγούμενο καλοκαίρι σε ένα καμπ του Κρις Πολ), του είπε: “Γιατί κουνάς το κεφάλι σου κάθε φορά που σηκώνεις τη μπάλα για να σουτάρεις;”

Η απάντηση ήρθε από τον ίδιο… “Το έκανε γιατί δεν είχε καλή αρχική θέση στην εκτέλεση και κουνούσε το κεφάλι για να μπορεί να δει τι γίνεται γύρω του, αλλά και το καλάθι”.

Υπό μία έννοια, το κακό στυλ που είχε υιοθετήσει στο σουτ από μικρός (ο δεξιός αγκώνας του άνοιγε πολύ, με αποτέλεσμα η παλάμη του να έρχεται μπροστά στο πρόσωπο του όταν σούταρε και να του κόβει το οπτικό πεδίο) του απαγόρευε να έχει καθαρές ματιές στο γήπεδο για να σουτάρει, αλλά και για να πασάρει στον ανοιχτό παίκτη της τελευταίας στιγμής.

Ο Μορις το διόρθωσε κάνοντας 1500 σουτ κάθε μέρα τα καλοκαίρια μέχρι να συνηθίσει στο νέο στυλ, αλλά η μαγιά από την οποία ήταν φτιαγμένος δεν χάθηκε. Απεναντίας… Βελτιώθηκε ακόμα περισσότερο και πλέον ο Μορις μπορεί να πασάρει στον open man ακόμα και όταν η μπάλα βρίσκεται πάνω από το κεφάλι του στο jump shot.

Ο Μπαρτζώκας δεν μας εξέπληξε… Κατέληξε στον παίκτη που δεν είναι σούπερ αθλητικός, δεν μπορεί να εγγυηθεί επ ουδενί κάθετα τελειώματα, καθώς δεν είναι ούτε ιδιαίτερα δυνατός, ούτε σούπερ αλτικός, ούτε φυσικά είναι αυτός που θα υπογράψει συμβόλαιο με το αντίπαλο καλάθι.

Πήρε έναν καλό παίκτη, τον οποίο φαίνεται ότι πάνω απ’όλα μπορεί να εμπιστευτεί. Να του δώσει τη μπαγκέτα της φιλοσοφίας του και να του ζητήσει να κάνει τον μαέστρο.

Απέκτησε κάποιον που ισορροπεί το έλλειμα αθλητικότητας με την πνευματικότητά του, την εξαιρετική χρήση των βασικών του μπάσκετ, την ευφυία του. Το καλό ball handling του. Θα χρησιμοποιήσει ένα αργό, αλλά αποτελεσματικό eurostep για να βάλει το καλάθι. Κι όταν ο αντίπαλος είναι ψηλότερος, θα βάλει πολύ σωστά το σώμα του για να τον βγάλει εκτός θέσης. Θα έχει υπομονή στο χειρισμό του μέχρι να κάνει το λάθος η άμυνα. Και όταν βρεθεί μόνος του, σε spot up κατάαταση, είναι πολύ πιθανό να το στάξει.

O κόουτς του Ολυμπιακού δεν ασπάστηκε τη λογική του ήρωα των τελευταίων δύο λεπτών, που θα βάλει τη μπάλα μέσα όταν αυτό χρειάζεται…

Ξέρει όμως, τι παίκτη υπέγραψε: Πήρε αυτόν που με βάση το mindset που διαθέτει, θα είναι πάντα, σε κάθε σχήμα, σε κάθε συνθήκη, σε κάθε κατάσταση, ο καλύτερος δεύτερος παίκτης για να πάρει το κρίσιμο σουτ.

Κάτι σαν τον φιλόσοφο Ερικ Γκριν, τον, σμιλεμένο στο εργοστήριο του Μπάτλερ, υπό τον Μπραντ Στίβενς, γκαρντ της ΑΕΚ όταν η Ένωση κατέκτησε το BCL, το 2018.

Εμείς, οι παλιές καραβάνες, τους παίκτες που δεν έχουν σπουδαία αθλητικά προσόντα, αλλά διακρίνονται και εξελίσσονται λόγω του μυαλού τους, έχουμε μία ταμπέλα πάνω από το ψηλό ράφι που τους εντάσσουμε… “Κουλτούρα” λέμε μεταξύ μας και καταλαβαινόμαστε.

Και οι παίκτες που έχουν κουλτούρα, πόσο μάλλον όταν έχουν φτάσει σε τόσο υψηλό επίπεδο, όταν αποφασίζουν να εκτελέσουν, ξέρουν ότι οι πιθανότητες είναι με το μέρος τους.

Τον Μόντε Μορις, μία ομάδα ίσως και να μην τον φοβηθεί στα 38 λεπτά, πιθανώς κάποιοι να του αφήσουν και χώρο. Αν το κάνουν όμως στα τελευταία δύο λεπτά, θα ξέρουν ότι το πιο πιθανό είναι να το πληρώσουν. Διότι οι Μορις αυτού του κόσμου, ανά πάσα στιγμή, ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ