Η προσευχή του Τιάγκο Σίλβα

Είχε υψηλό πυρετό για πολλές ημέρες. Και επίμονο βήχα. Ήταν καταβεβλημένος, δεν είχε όρεξη να φάει, για να σηκωθεί και να πάει να κάνει προπόνηση ούτε λόγος. Τις πρώτες ημέρες οι γιατροί της Ντιναμό Μόσχας του είπαν ότι είχε ίωση, του έδωσαν φάρμακα, αλλά τα συμπτώματα όχι μόνο δεν υποχωρούσαν, αλλά γίνονταν χειρότερα.
Ήταν 20 χρόνων τότε ο Τιάγκο Σίλβα, σε μια ξένη χώρα χωρίς κανέναν από την οικογένειά του και απλά άκουγε τους γιατρούς. Όταν του είπαν ότι έπρεπε να μεταφερθεί εσπευσμένα στο νοσοκομείο, ανησύχησε, αλλά δεν μπορούσε να φανταστεί τι θα ακολουθούσε.
Εκεί του είπαν ότι έχει φυματίωση και άκουσε ότι αν είχε καθυστερήσει λίγο ακόμα να πάει θα είχε πεθάνει!
«Το 2005 η Πόρτο με έδωσε δανεικό στην Ντιναμό Μόσχας. Από την αρχή δεν μου άρεσε η πόλη, έκανε πάρα πολύ κρύο, οι συνθήκες ήταν δύσκολες και όλα έγιναν χειρότερα όταν αρρώστησα.
Στο νοσοκομείο έμεινα έξι μήνες. Ήμουν δέκα κιλά πιο βαρύς και παρά το γεγονός ότι όλοι όσοι ήταν δίπλα μου, οι άλλοι ασθενείς δεν είχαν όρεξη για φαγητό, εγώ πεινούσα συνέχεια. Η μητέρα μου έλεγε ότι δεν φαινόμουν καθόλου άρρωστος, αλλά δεν μπορούσα να κουνηθώ.
Οι γιατροί μου είπαν ότι μπορούσα να σηκωθώ από το κρεβάτι και να πάω μια βόλτα και εγώ δεν μπορούσα να σταθώ στα πόδια μου. Επίσης, πρόκειται για μεταδοτική ασθένεια και έτσι ήμουν στην απομόνωση: το μόνο που μπορούσα να κάνω για να περάσει λίγο η ώρα ήταν να παίζω βιντεοπαιχνίδια και να σερφάρω στο ίντερνετ.
Κάθε τρεις και λίγο εμφανιζόταν ένας γιατρός και μου έκανε μια ένεση, αυτός συνέβαινε τρεις ή τέσσερις φορές την ημέρα, ενώ έπρεπε να παίρνω και 10-15 χάπια.
Είχα φυματίωση. Αν περνούσαν μερικές ημέρες ακόμα και δεν πήγαινα στο νοσοκομείο, πιστεύοντας ότι είναι απλά μια ίωση, θα είχα πεθάνει. Ή ίσως δεν θα ήταν πια δυνατόν να αναρρώσω. Σχεδόν πέθανα» θα πει χρόνια αργότερα μιλώντας στη «Gazzetta dello Sport».
Δεν ήταν αυτή η πρώτη φορά που ο Τιάγκο Σίλβα βρέθηκε αντιμέτωπος με τον θάνατο. Η μητέρα του είχε αποκαλύψει ότι όταν ήταν έγκυος σε αυτόν σκεφτόταν να κάνει έκτρωση...
Σαράντα χρόνια μετά τη γέννησή του, μοιάζει να είναι πιο δυνατός από ποτέ. Και συνεχίζει να κάνει αυτό που αγαπά δείχνοντας σε όλο τον κόσμο ότι σημασία πάντα έχει το ταξίδι.
Όταν ολοκλήρωσε τον ποδοσφαιρικό κύκλο του στην Ευρώπη, στο Μιλάνο, στο Παρίσι, στο Λονδίνο, αποφάσισε να γυρίσει στη Βραζιλία και να φορέσει ξανά την φανέλα της ομάδας στην οποία άρχισε την καριέρα του. Σχεδόν 55.000 οπαδοί της Φλουμινένσε γέμισαν το «Μαρακανά» για να τον υποδεχθούν. Και αυτός δεν είπε πολλά. «Δεν ήρθα για διακοπές. Επιστρέφω για παλέψω» μόνο.
Ήταν για τον Τιάγκο Σίλβα μια επιστροφή που έμοιαζε με καθήκον, σαν μια προσευχή που εκπληρώθηκε.
Μπροστά στους 55.000 οπαδούς τον Ιούλιο του 2024 είχε βάλει τα κλάματα. «Είμαι πάλι σπίτι. Η Ευρώπη με έκανε ποδοσφαιριστή, η Φλουμινένσε με έκανε άνθρωπο».
Πολλοί περίμεναν να δουν αν θα μπορεί να τρέχει όπως πριν, να μαρκάρει όπως πριν, να έχει την ίδια ενέργεια. Και, προφανώς, τα έκανε όλα. Ένας προπονητής μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Παίζοντας με δύναμη, αλλά και με καρδιά. Έχοντας στη ζωή ξεπεράσει κάθε δυσκολία, αυτό έμοιαζε... παιχνιδάκι.
Η επιστροφή στις ρίζες δεν ήταν για να κλείσει ένας κύκλος, αλλά για να ανοίξει ένας άλλος. Δεν γύρισε για να τον χειροκροτήσουν, για να τον αποθεώσουν, για να τον δοξάσουν, αλλά απλά για να προσφέρει. Και αυτή είναι η ουσία.
Με αυτόν ηγέτη η Φλουμινένσε απέκλεισε την Ίντερ και συνεχίζει στα προημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου Συλλόγων. Μετά το σφύριγμα της λήξης έπεσε στα γόνατα. Κοίταξε στον ουρανό. Και έβαλε ξανά τα κλάματα. Άλλη μια προσευχή που εκπληρώθηκε.