«Και να προσέχεις τον Αρτζι»

Είναι η παράξενη η ζωή. Πολύ… Μόλις 18 ετών ήμουν όταν, για ένα ολόκληρο χρόνο, καθόμουν ακριβώς στο διπλανό κάθισμα των αποδυτηρίων της Γλυφάδας ενός μυώδους γίγαντα που είχε την καλύτερη καρδιά του κόσμου.
Δε θα ξεχάσω ποτέ ότι ήταν αυτός που μου προσέδωσε τον χαρακτηρισμό «τετράχρονο» βλέποντας με να τρέχω στα βουνά του Τσιόκο. Ούτε πρόκειται να ξεχάσω ποτέ τα νεύρα του Στόικο όταν, σουτάροντας από το χάι ποστ, με το απαράμιλλο στυλ του, η μπάλα περνούσε μισό εκατοστό πάνω από το τεντωμένο «κουπί» του Κροάτη Κύκλωπα για να καταλήξει στο δίχτυ. Από κάποια στιγμή κι έπειτα έμοιαζε να φοράει την μπέρτα του Σούπερμαν ο Στόικο όταν πηδούσε. Μόνο και μόνο για να κόψει τον... «Αϊντε πι… μάτερι Πάπα». Καλά κατάλαβες. Ηταν η κραυγή του Βράνκοβιτς όταν καταλάβαινε ότι και πάλι δεν τα είχε καταφέρει. Ξανά και ξανά η μπάλα έπαιρνε ακριβώς αυτή τη καμπύλη που χρειαζόταν για να καταλήξει η ίδια στο καλάθι και ο ψηλός στο …φρενοκομείο. Και λίγο πιο δίπλα, ο Γκάνγκστερ (ένας είναι ο γκάνγκστερ) να χαμογελάει αδιόρατα με τα γλυκά νεύρα του Κροάτη.
Πέρασαν 32 χρόνια από τότε που ο Αργύρης Παπαπέτρου, ο πατέρας του Ιωάννη, προσπαθούσε κάθε απόγευμα να με ενθαρρύνει, να με κάνει να νιώσω άνετα στα αποδυτήρια των αστέρων,.
Και σήμερα, καλούμαι να γράψω ένα σημείωμα για τον γιο του.

«Θέλουμε κάτι για τον Ιωάννη» ήταν το πρόσταγμα του Βασίλη Μοιρώτσου, του διευθυντή μας. Είχε αρχίσει ήδη να το γράφω. Αφού πρώτα επιχείρησα να ταξινομήσω τις αναμνήσεις μου. Δεν είναι πολλές, να πω την αλήθεια. Η δική του ανέλιξη, ήρθε ταυτόχρονα με την δική μου δημοσιογραφική αγρανάπαυση.
Είναι όμως, πανίσχυρες… Με αποκορύφωμα, ένα απόγευμα, που περάσαμε μαζί, πριν από ενάμισι χρόνο στο Water Front του Βελιγραδίου… Για διαφορετικούς λόγους το Βελιγράδι μας ένωσε εκείνο τον καιρό. Εκείνο το απόγευμα ειπώθηκαν τόσα που θα μείνουν φυσικά μεταξύ μας, αλλά, έστω κι αν δεν ήμασταν ουδέποτε στενοί φίλοι…
«Ιωάννη, θέλω μία χάρη… Ένας πολύ καλός φίλος, είναι τρελός με την Παρτιζάν κι έχει τα γενέθλια του σήμερα. Θέλω να του κάνω ένα δώρο που δε θα το περιμένει. Είναι εύκολο να μου υπογράψεις μία φανέλα να του τη δώσουμε»;
Δε χρειάστηκε να πω τίποτα περισσότερο. Έστω κι αν ήταν η πρώτη φορά που θα καθόμασταν σε ένα τραπέζι να πιούμε καφέ. Λίγες ώρες μετά ο Μιχάιλο κρατούσε κυριολεκτικά έκθαμβος τη φανέλα στα χέρια του και ενώ είχε σκοτεινιάσει, φεύγοντας από τον ποταμό Σάβα, μου είπε: «Πόσο φανταστικός τύπος είναι ο Ιωάννης;». Για αυτή την αποστροφή του φίλου Μιχάιλο, δεν είχε παίξει ρόλο η φανέλα. Μετά από μία πολύωρη συζήτηση που είναι σφραγισμένη από το κερί της εμπιστοσύνης και του αμοιβαίου σεβασμού, έκανα ακριβώς την ίδια σκέψη.
Και τότε είπα στον εαυτό μου… «Μα όταν έχεις πατέρα τον Αργυρή, είναι δύσκολο να γίνεις κάτι διαφορετικό». Πριν καν ο Μοιρώτσος ζητήσει αυτό το κείμενο, το σοκ που είχε προκαλέσει η ανακοίνωση της απόσυρσής του ξετύλιγε το κουβάρι των σκέψεων μου για τον Ιωάννη.
Με πιο έντονη από όλες, εκείνο το μεσημέρι, στην οδό Βουλιαγμένης, σε ένα γραφείο, όταν έψαχνα με μανία να βρω εκείνο το βίντεο. Ποιο βίντεο ε;
Αυτό!
Αλήθεια σου λέω… Ο αστικός μύθος της εποχής ανέφερε ότι η ανακοίνωση του κολεγίου στο οποίο θα σπουδάσει έγινε σε (κάτι σαν) εθνικό δίκτυο. Μάλλον δεν ήταν καθόλου έτσι, αλλά και τι με νοιάζει; Ένα Ελληνόπουλο, που είχε αποφασίσει να ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο από τότε που ήταν ….σχεδόν μωρό, ανακοίνωνε μπροστά σε μεγάλο πλήθος (δεν με ενδιέφερε ποιο πλήθος) το κολέγιο που θα σπουδάσει. Για εμένα ήταν αρκετό αυτό για να νιώσω τον υπέρτατο θαυμασμό.
«Βρε τον Ιωάννη»
Στο μυαλό μου έπλαθα εικόνες πασπαλισμένες από γαλανόλευκη αστερόσκονη. Για εμένα η Ελλάδα είχε βρει τον Ιωάννη, πριν τον… Γιάννη. «Μα, δεν μπορεί, θα είναι σπουδαίος». Ήμουν πεπεισμένος. Και ήταν! Όχι ακριβώς όπως τον είχα εγώ στο μυαλό μου, αλλά ήταν.
Και δε σου κρύβω ότι δεν ενθουσιάστηκα όταν ακριβώς ένα χρόνο μετά, ενώ είχε ολοκληρώσει την πρώτη σεζόν του στο Τέξας, αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα για να ξεκινήσει την επαγγελματική καριέρα του. Στο δικό μου μυαλό ήταν, σου είπα, ο Ιωάννης, πριν τον Giannis. Στο δικό του πρόσωπο, πρόσμενα η Εθνική ομάδα να βρει τον δικό της σούπερ σταρ, ένα μπασκετικό υπέρ ήρωα, που θα έβαζε τα σουτ, θα δημιουργούσε, θα σκόραρε, θα έκανε τα πάντα, θα ήταν ασταμάτητος. Και θα έπαιζε στο ΝΒΑ.
Σημασία έχει ότι ο Ιωάννης πήρε τη σωστή απόφαση για τον ίδιο και την οικογένεια του. Και όσα χρόνια αγωνίστηκε στην Εθνική, το έκανε με ψυχή βαθιά και καρδιά ανοιχτή. Έστω κι αν κάποιοι τον αμφισβήτησαν σχετικά πρόσφατα. Όταν ο ίδιος τραβούσε το δικό του Γολγοθά με τον τραυματισμό του στην Παρτιζάν.
Ο Ιωάννης τα έχει ξεχάσει και μαζί του όλοι μας φυσικά.
Άλλωστε ποτέ δεν ήταν άνθρωπος των συγκρούσεων, ούτε στήριξε την καριέρα του στην ειδωλολατρία των συμβόλων. Για τον φιλειρηνικό χαρακτήρα του και την ηρεμία που αγαπούσε να έχει, ο Παπαπέτρου η υπέρτατη ηθική αξία ήταν ο σεβασμός στη φανέλα πυ φορούσε. Δε θα υποκλινόταν σε σύμβολα. Δεν το έκανε στον Ολυμπιακό. Δεν το έκανε ούτε στον Παναθηναϊκό, όπου η συναισθηματική σχέση του λόγω οικογένειας ήταν πιο έντονη.
Όταν διέβη τον Ρουβίκωνα, πηγαίνοντας από τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό, παρέδωσε μαθήματα αξιοπρέπειας και σεβασμού, κρατώντας σχεδόν πάντα όλα όσα συνέβαιναν μέσα του. Για να μην είναι αυτός που θα ρίξει νερό στο μύλο της τοξικότητας.
Ο Ιωάννης αποσύρθηκε σε ηλικία 31 ετών. Ακόμα και με τις υπάρχουσες συνθήκες, θα μπορούσε να παίξει ακόμα 4-5 χρόνια, που στο δικό του επίπεδο, θα του απέφερε τουλάχιστον 2 με 2.5 εκ. παραπάνω. Κι όμως. Επέλεξε να μην κοροϊδέψει κανέναν. Να μην πατήσει πάνω στο όνομα και τη φήμη του. Προτίμησε να μείνει ακριβώς όπως ήταν όλα τα χρόνια της καριέρας του, τίμιος. Και ηθικός! Κι ας μην ήταν το τέλος, όπως το είχε ονειρευτεί. Η ζωή που ακολουθεί και οι αξίες που έχει ο καθένας από εμάς είναι πολύ πιο σημαντική αρετή, από το χρήμα.
Έτσι κι αλλιώς, όμως, το σώμα του έστελνε τα σήματα του. Ο Ιωάννης επέλεξε την ευζωία με όσα έχει καταφέρει μέχρι σήμερα και όχι τον επιπλέον πλούτο, που θα τον έκανε να ταλαιπωρείται. Χωρίς να απολαμβάνει αυτό που κάνει.
Στην EuroLeague του Παναθηναϊκού έβαλε φαρδιά πλατιά τη υπογραφή του, Ακόμα και φέτος, όποτε τον χρειάστηκε ο Αταμάν, τις περισσότερες φορές ήταν παρών. Έστω κι αν η διαχείριση του θα μπορούσε να είναι αρκετά καλύτερη. Δεν κρατάει κακίες. Σε κανέναν. Και είναι υπεύθυνος των πράξεων του και των αποφάσεων του.
Η τελευταία από αυτές μπορεί να προκαλεί νοσταλγία και στεναχώρια σε όλους εμάς, αλλά κάνει τον ίδιο ευτυχισμένο. Η ζωή για τον Ιωάννη τώρα ξεκινάει και το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να υποκλιθούμε και να του ευχηθούμε…
«Καλός Πολίτης ρε μάγκα και να προσέχεις τον Αρτζι»
Υ.Γ. Και που ΄σαι φίλος... Το ¨Βελιγράδι" πάει καλά πια :)