Στα Zara με τον Πεπ Γκουαρδιόλα

Χίλια παιχνίδια… Όχι μόνο ένας αριθμός, αλλά ένα ορόσημο του αποτυπώνει τη διάρκεια, τη συνέπεια και την εξέλιξη μιας ολόκληρης ποδοσφαιρικής φιλοσοφίας, αυτής του Πεπ Γκουαρδιόλα.
Ο Πεπ Γκουαρδιόλα στον πάγκο της Μάντσεστερ Σίτι/Πηγή: Imago
Ο Πεπ Γκουαρδιόλα στον πάγκο της Μάντσεστερ Σίτι/Πηγή: Imago

Το 2012, ο Πεπ Γκουαρδιόλα μετακόμισε στη Νέα Υόρκη παίρνοντας έναν χρόνο άδειας από τη δουλειά Μετά από μόλις τέσσερις σεζόν ως προπονητής και 14 τρόπαια με την Μπαρτσελόνα, ο Καταλανός είχε καταφέρει να στρέψει πάνω του όλα τα φώτα ως το next best thing της προπονητικής, αλλά ο ίδιος χρειαζόταν νέες ιδέες.

Τις «έκλεψε» στη Νέα Υόρκη: παρακολουθώντας μαθήματα οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, ασχολούμενος με την επανεκλογή του Μπαράκ Ομπάμα και κάνοντας παρέα με τον Γούντι Άλεν και τον Γκάρι Κασπάροφ.

Ο Γκουαρδιόλα «ποδοσφαιροποιούσε» όσα μάθαινε, εφαρμόζοντας τις γνώσεις στον δικό του τομέα.

Ένα βράδυ κατά τη διάρκεια ενός δείπνου, ο Κασπάροφ του είπε: «Τη στιγμή που κέρδισα το δεύτερο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα το 1986, ήξερα ποιος θα με νικούσε στο τέλος». «Ποιος;» ρώτησε ο Γκουαρδιόλα. «Ο χρόνος» του απάντησε ο θρυλικός σκακιστής.

Ναι, ο χρόνος καταστρέφει τα πάντα. Και μπορεί να το κάνει ιδιαίτερα γρήγορα. Όπως στο ποδόσφαιρο. Προπονητές που λατρεύονται για όσα κάνουν, κατόπιν απαξιώνονται.

Αυτό πώς το νικάς;

Πώς ο Γκουαρδιόλα έγινε και παρέμεινε ο κορυφαίος προπονητής στο σύγχρονο ποδόσφαιρο;

«Το ποδόσφαιρο ανήκει στους παίκτες, όχι στους προπονητές»

Από τη Βαρκελώνη των αρχών της δεκαετίας του 2000 μέχρι το Μάντσεστερ του σήμερα, δεν περιορίστηκε ποτέ στο να προπονεί ομάδες. Τις μετέτρεψε σε ποδοσφαιρικά εργαστήρια ιδεών, σε μηχανές δημιουργίας, σε σχολεία για παίκτες και μελλοντικούς προπονητές.

Ως έφηβος στην ακαδημία της Μπαρτσελόνα, ανακαλύφθηκε από τον Γιόχαν Κρόιφ. Ο Γκουαρδιόλα ήταν αδύνατος σαν ξυλαράκι, αργός και δεν μπορούσε να κάνει τάκλιν, αλλά ο Κρόιφ τον έβαλε στην πρώτη ομάδα, επειδή ο Γκουαρδιόλα μπορούσε να διαβάσει το παιχνίδι. Ήταν ο πιο αργός παίκτης, αλλά κι αυτός που κινούσε την μπάλα πιο γρήγορα.

«Δεν ήξερα τίποτα για ποδόσφαιρο μέχρι που γνώρισα τον Κρόιφ» είπε αργότερα ο Γκουαρδιόλα. Στην Μπάρτσα, αφομοίωσε τις αρχές του Κροϊφιμού: να παίζεις με διαγώνιες πάσες με ένα άγγιγμα στο μισό γήπεδο της αντίπαλης ομάδας, να κερδίζεις την μπάλα πίσω τη στιγμή που την χάνεις, να δημιουργείς χώρο ή να την συρρικνώνεις και να πεθαίνεις με τις δικές σου ιδέες.

Πάντα ήθελε να τα μαθαίνει όλα, από την καταλανική ποίηση μέχρι τις τακτικές του μπάσκετ. Το 2008, αφού είχε προπονήσει την δεύτερη ομάδα της Μπάρτσελόνα μόλις για μια σεζόν, ο σύλλογος εξέπληξε άπαντες διορίζοντας τον 37χρονο τότε Γκουαρδιόλα ως προπονητή της πρώτης ομάδας. Ο άλλος υποψήφιος για τη θέση ήταν ο Ζοςέ Μουρίνιο, ο οποίος είχε πρόσφατα κερδίσει δύο τίτλους της Premier League Λιγκ με την Τσέλσι, μετά την κατάκτηση του Champions League με την Πόρτο το 2004.

Μέσα σε δέκα μήνες o Γκουαρδιόλα είχε κερδίσει το πρωτάθλημα και το κύπελλο Ισπανίας, καθώς και το Champions League και δήλωνε μεταξύ σοβαρού και αστείου: «Αυτό είναι το τέλος της καριέρας μου, έχω ήδη κερδίσει τα πάντα».

Ήταν ένας προπονητής τύπου Κρόιφ, αλλά με περισσότερη αυστηρότητα και συναισθηματική νοημοσύνη από τον αξεπέραστο Ολλανδό. Ο ίδιος ο Κρόιφ είχε πει ότι ο Γκουαρδιόλα, όπως και ο Ντένις Μπέργκαμπ, ήταν οι πιο διορατικοί παίκτες που είχε προπονήσει: «Θα μπορούσες να τους ζητήσεις συμβουλές, επειδή μπορούσαν να σκεφτούν τα προβλήματα των άλλων».

«Δεν χρειάζομαι 11 αστέρια. Χρειάζομαι 11 παίκτες που να παίζουν σαν ομάδα»

Και ήταν πάντα εξίσου καλός αναλυτής βίντεο. Μπορεί να περάσει 90 λεπτά προπονώντας την ομάδα του και άλλες έξι ώρες στο γραφείο του, παρακολουθώντας πλάνα από μελλοντικούς αντιπάλους. Και εκεί σε μια… έκρηξη έμπνευσης που διαρκεί ίσως μόνο ένα λεπτό, συνειδητοποιεί το μεγάλο ελάττωμα του αντιπάλου και αναφωνεί: «Το έχω. Νικήσαμε».

Όπως έκανε για παράδειγμα κόντρα στη Ρεάλ Μαδρίτης τον Μάιο του 2008, όταν «ξεκλείδωσε» τις ικανότητες του Λιονέλ Μέσι και τον χρησιμοποίησε στο Clasico ως ψεύτικο εννιάρι. Είχε περάσει ώρες πολλές βλέποντας αγώνες των Μαδριλένων για να συνειδητοποίησε ότι όταν οι μέσοι πίεζαν τους μέσους της αντίπαλης ομάδας, οι αμυντικοί έμεναν πίσω, ανοίγοντας έτσι ένα χώρο περίπου 30 μέτρων. Άρα ο Μέσι δεν χρειαζόταν να παίξει ως κεντρικός επιθετικός αφού θα είχε 30 μέτρα μπροστά του για να κινηθεί.

Πολλοί απόρησαν και άρχισαν να αναρωτιούνται γιατί στο καλό ο προπονητής ήθελε να μπερδέψει τα πράγματα σε ένα τόσο κρίσιμο παιχνίδι. Εκείνη την ημέρα, η Μπαρτσελόνα κατέγραψε μια ιστορική νίκη με 6-2 και ο Μέσι πέτυχε δύο γκολ.

Η σεζόν έκλεισε για τους Καταλανούς με το τρεμπλ.

Εκείνη η ημέρα ίσως άλλαξε την ιστορία του ποδοσφαίρου, την ιστορία της Μπαρτσελόνα και την ιστορία του Μέσι…

«Ποτέ δεν σταματάς να μαθαίνεις. Όταν νομίζεις ότι τα ξέρεις όλα, έχεις ήδη αρχίσει να χάνεις»

Ο φίλος του Γκουαρδιόλα, Ξαβιέ Σάλα ι Μαρτίν, οικονομολόγος του Πανεπιστημίου Κολούμπια, τον έχει συγκρίνει με την ισπανική εταιρεία λιανικής πώλησης γρήγορης μόδας Zara, η οποία μπορούσε να κυκλοφορεί μια νέα συλλογή ανά δεκαπενθήμερο: «Ο Πεπ είναι μια συνεχής καινοτομία». Το alter ego του, ο εμβληματικός πολίστας Μανουέλ Εστιάρτε επινόησε τον «νόμο των 32 λεπτών»: αυτό είναι το μέγιστο που μπορεί να κάνει ο Γκουαρδιόλα χωρίς να σκέφτεται το ποδόσφαιρο.

Μετά τη Νέα Υόρκη, πήρε την (πρώην πια) σύζυγό του Κριστίνα και τα τρία παιδιά τους στη Γερμανία για να καθίσει στον πάγκο της Μπάγερν δοκιμάζοντας μια νέα εμπειρία.

Το 2016 η Μάντσεστερ Σίτι τον … φλέρταρε. Πήγε κυρίως επειδή ήταν εκεί ο διευθύνων σύμβουλος Φεράν Σοριάνο και ο διευθυντής ποδοσφαίρου Τσίκι Μπεγκιριστάιν, οι οποίοι είχαν συνεργαστεί μαζί του στην Μπαρτσελόνα. .

Ο Γκουαρδιόλα συνέχισε να καινοτομεί. Μερικές φορές τα πειράματά του αποτυγχάνουν, αλλά αν δεν πειραματίζεσαι, δεν εξελίσσεσαι. Στον υστερικό κόσμο το ποδοσφαίρου, αυτός έχει το σπάνιο χάρισμα, να αξιολογεί τη διαδικασία παρά τα αποτελέσματα, να συνεχίζει να εξελίσσεται, επειδή η κοσμοθεωρία του το απαιτεί.

Στα «χέρια» του ένας δεξιός μπακ γίνεται μέσος, ένας στόπερ γίνεται δημιουργός, ένας τερματοφύλακας μετατρέπεται σε σκηνοθέτη του παιχνιδιού. Δεν βλέπει παίκτες, βλέπει δυνατότητες.

«Προσπαθώ να βλέπω το ποδόσφαιρο όπως τη ζωή: γεμάτη απρόβλεπτα, αλλά και γεμάτη ευκαιρίες»

Το 2021, ο Γκουαρδιόλα οδήγησε τη Μάντσεστερ Σίτι στον πρώτο τελικό Champions League της ιστορίας της. Ο ίδιος δεν είχε κατακτήσει την κορυφή της Ευρώπης από το 2011 και όλοι περίμεναν να δουν τον πλάνο του στον τελικό. Αποφάσισε να ρισκάρει και να μην βάλει κανέναν από τους εξαιρετικούς αμυντικούς μέσους του, τον Ρόδρι ή τον Φερναντίνιο. Ο Ισπανός άσος αποκάλυψε ότι ο προπονητής του δεν εξήγησε γιατί τον άφησε εκτός, λέγοντας ότι είχε ήδη αποφασίσει την ομάδα του «δύο ή τρεις ημέρες πριν από τον τελικό».

Μετά τη νίκη της Τσέλσι με γκολ του Κάι Χάβερτζ, οι επικριτές του τον Γκουαρδιόλα ότι, μάλλον, είχε υπεραναλύσει τα πράγματα και αυτό κόστισε στη Σίτι. Ο Ιλκάι Γκουντογκάν τον υπερασπίστηκε: «Ήταν πάντα έτσι. Δεν νομίζω ότι ήταν κάτι που έκανε ειδικά για το Champions League ή για μεγάλα παιχνίδια».

Το 2023, η Σίτι έφτασε σε έναν ακόμη τελικό Champions League. Ο Ρόδρι έπαιξε αυτή τη φορά. Σκόραρε το μοναδικό γκολ του αγώνα. Ο Γκουαρδιόλα είχε μάθει από το πάθημά του.

«Η επιτυχία δεν είναι προορισμός. Είναι μια καθημερινή συνήθεια»

Το oρόσημο των 1000 αγώνων το οποίο αγγίζει σήμερα δεν είναι απλώς στατιστική επιτυχία, αλλά μια ευκαιρία να αναλογιστεί κανείς την πορεία ενός ανθρώπου που άλλαξε για πάντα τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το παιχνίδι.

Η επιρροή του Γκουαρδιόλα έχει ξεπεράσει τις ομάδες του. Ο ίδιος υπήρξε απόστολος του Κρόιφ φέροντας τις ιδέες του και μεταδίδοντας και εξελίσσοντας τις διδαχές του, αλλά και διαμορφώνοντας μια σχολή ποδοσφαιρικής σκέψης για νεότερους όπως ο Μικέλ Αρτέτα, ο Γιούλιαν Νάγκελσμαν ή ο Τσάβι, που θέλουν να γίνουν συνεχιστές αυτής της φιλοσοφίας.

Είναι η απόδειξη ότι ο Γκουαρδιόλα δεν αφήνει απλώς τίτλους, αλλά μια ιδέα για το πώς πρέπει να παίζεται το σύγχρονο ποδόσφαιρο, για το πώς πρέπει πάντα να υπάρχει μια ιδέα που εμπνέει.

«Τα παιδιά μου θα είναι καλύτερα από εμένα» λέει.

«Και οι προπονητές του μέλλοντος αναμφίβολα θα με ξεπεράσουν» συμπληρώνει.

Αλλά ίσως όχι αυτοί του παρόντος…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ